Σάββατο 28 Μαρτίου 2009

Αράχνη



Ύστερα από παρότρυνση του Σ.Π.Ρ θα σας πω άλλη μία ιστορία από τον Οβίδιο, την ιστορία του διαγωνισμού ύφανσης ανάμεσα στην Αράχνη και τη θεά Αθηνά (Μεταμορφώσεις 6.1-145). Η Αράχνη ήταν μια κοπέλα από τη Λυδία, η οποία προσπάθησε να ξεφύγει από την αφάνεια της ταπεινής της καταγωγής μέσω της απαράμιλλης τέχνης της. Τα θαυμαστά έργα του αργαλειού της έκαναν τις νύμφες να παρατήσουν τα λημέρια τους και να κατεβούν από τα βουνά για να θαυμάσουν όχι μόνο τα υφαντά της Αράχνης, αλλά και τη διαδικασία δημιουργίας τους. Όταν της είπαν ότι τόσο καλή που λες και η Αθηνά να της δίδαξε την τέχνη, η θνητή κοπέλα αντέδρασε προκαλώντας τη θεά σε ένα διαγωνισμό. Η Αθηνά ανταποκρίθηκε στην πρόκληση και οι διεκδικήτριες της υφαντικής αριστείας έστησαν τους αργαλειούς τους μπροστά σε ένα κοινό νυμφών. Η Αθηνά απεικόνισε στο κέντρο του εργόχειρού της την διαμάχη που είχε η ίδια με τον Ποσειδώνα για την ονομασία της Αθήνας και τη νίκη της. Η κεντρική αυτή εικόνα πλαισιωνόταν από παραδείγματα θνητών που προκάλεσαν τους θεούς και τιμωρήθηκαν. Δε θέλει πολύ σοφία για να καταλάβουμε ότι το θέμα που επέλεξε η Αθηνά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στην Αράχνη. Η θεά που αποδείχθηκε ισχυρότερη από τον Ποσειδώνα δεν έχει λόγο να φοβηθεί μια θνητή κοπέλα, η οποία καλά θα κάνει να παραδειγματιστεί από το τι συμβαίνει στους βλάσφημους θνητούς όταν προκαλούν τους θεούς. Η Αράχνη ύφανε στο εργόχειρό της ένα κατάλογο θεών, οι οποίοι μεταμορφώθηκαν για να βιάσουν τα θύματά τους. Η θνητή κοπέλα δημιουργεί ένα σοκαριστικό πανόραμα βιασμών, αιμομιξιών και κτηνοβασιών, προκαλώντας ξεδιάντροπα την παρθένο Παλλάδα και ξεμπροστιάζοντας την υποκρισιά της ως υπερασπίστριας του Δία και του καθεστώτος των ολύμπιων θεών.

Μετά το τέλος του διαγωνισμού, ο ποιητής μας ξαφνιάζει, καθώς η Αράχνη αποδεικνύεται όντως ανώτερη της Αθηνάς. Η θεά, η οποία δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει την ήττα της, ξεσπά βίαια και χτυπά το μέτωπο της φτωχής κοπέλας με την αιχμηρή κερκίδα της. Η Αράχνη, μη μπορώντας να υποστεί μια τέτοια ταπείνωση, δένει μια θηλιά στο λαιμό της και κρεμιέται. Η Αθηνά τότε την μεταμορφώνει σε αράχνη, ένα έντομο που ειδικεύεται στους ιστούς, οι οποίοι όμως, αν και περίτεχνοι, στερούνται κάθε καλλιτεχνικής αξίας. Για την ιστορία αυτή δεν έχουμε καμιά άλλη πηγή, αλλά φαίνεται ότι δεν ήταν εφεύρεση του Οβίδιου, καθώς ο Βιργίλιος στα Γεωργικά αναφέρει σύντομα ότι η αράχνη μισήθηκε από τη θεά Αθηνά.

Ένα από τα πιο αξιοσημείωτα στοιχεία της ιστορίας είναι ότι το έργο της Αράχνης μοιάζει να έχει κοσμογονικές διαστάσεις. Η κοπέλα στην αρχή μαζεύει την άμορφη μάζα του μαλλιού δίνοντάς της σφαιρικό σχήμα, και ο Οβίδιος χρησιμοποιεί λέξεις και φράσεις που παραπέμπουν στην αρχή των Μεταμορφώσεων και στη δημιουργία της σφαιρικής Γης από την άμορφη μάζα του Χάους. Η Αράχνη όχι μόνο προκαλεί τους θεούς, αλλά μοιάζει η ίδια με το δημιουργό του σύμπαντος, καθώς ο Οβίδιος δημιουργεί ένα σύνθετο πλέγμα που ενώνει την κοσμική δημιουργία με την ποιητική δημιουργία και τον ποιητή του κόσμου με την υφαντική τέχνη.

Τα πολύχρωμα νήματα της Αθηνάς και της Αράχνης συγκρίνονται με τις ακτίνες του ήλιου που διαπερνούν τις σταγόνες βροχής σχηματίζοντας το ουράνιο τόξο. Πέρα από την ομορφιά της παρομοίωσης, η σχέση ανάμεσα στον θόλο του ουρανού και στο υφάδι των ανταγωνιζόμενων παρθένων δίνει κοσμολογικές διαστάσεις στην ύφανση. Η λέξη-κλειδί που συνδέει την ύφανση με την παρομοίωση είναι η λέξη radius, που σημαίνει και 'ακτίνα ηλίου', αλλά και 'κερκίδα'. Η Αθηνά και η Αράχνη υφαίνουν την φαντασμαγορική πολυχρωμία των εργοχείρων τους, όπως οι ακτίνες του ήλιου "κεντούν" το υγρό στερέωμα του ουρανό, δημιουργώντας το ουράνιο τόξο. Το θέμα της Αράχνης, μας λέει ο Οβίδιος, είναι "οι βιασμοί των κατοίκων του ουρανού" (caelestia crimina), ενώ το υφάδι της κοπέλας συγκρίνεται με τον ουρανό (caelum). Η Αράχνη ρίχνει άπλετο φως με την κερκίδα της στα εγκλήματα των ουράνιων θεών.

Ο παραλληλισμός αυτός του έργου της Αράχνης με το έργο του ήλιου έχει περαιτέρω προεκτάσεις. Στο 4ο βιβλίο των Μεταμορφώσεων ο θεός Ήλιος αποκαλύπτει στον Ήφαιστο την απιστία της γυναίκας του Αφροδίτης με τον Άρη. Όπως οι ακτίνες του Ηλίου δεν αφήνουν τις σεξουαλικές παρασπονδίες των θεών να μείνουν κρυφές, έτσι και η Αράχνη με την κερκίδα της αποκαλύπτει τα σαρκικά πάθη των αθανάτων. Ο Ήφαιστος δημιουργεί ένα δίχτυ στο οποίο παγιδεύει τους μοιχούς και ο Οβίδιος παρομοιάζει τη λεπτότητα του διχτυού με τον ιστό της αράχνης. Η Αράχνη άλλωστε, όπως ο Ήφαιστος, παγιδεύει στον ιστό της τους θεούς in flagrante, λες και είναι έντομα. Και αν λάβουμε υπόψη μας ότι η αφηγήτρια της ιστορίας του Ήλιου και του Ηφαίστου είναι η Λευκονόη, μια κοπέλα που υφαίνει και προκαλεί την οργή ενός άλλου θεού, του Διόνυσου, τότε το έργο του Ήλιου, η παγίδα του Ήφαιστου, και ο ιστός της Αράχνης συνυφαίνονται νοηματικά.

Η οργισμένη αντίδραση της Αθηνάς καταστρέφει την απροκάλυπτη καταγγελία της Αράχνης. Η θεά κάνει κομμάτια το έργο της κοπέλας και την χτυπά με την κερκίδα της:

et rupit pictas, caelestia crimina, uestes;
utque Cytoriaco radium de monte tenebat,
ter quater Idmoniae frontem percussit Arachnes.
6.131-3

και ξέσκισε το κεντημένο εργόχειρο, τα ουράνια εγκλήματα.
Καθώς κρατούσε την κερκίδα από το βουνό Κύτορος,
τρεις, τέσσερις φορές τρύπησε το μέτωπο της Αράχνης.

Η μετάφρασή μου είναι για κλάματα, αλλά για να μεταφράσεις ένα στίχο του Οβίδιου πρέπει να έχεις πολύ ταλέντο και πολύ χρόνο, κι εγώ δεν έχω τίποτα από τα δύο. Ως εκ τούτου, οι απαραίτητες εξηγήσεις. Η λέξη uestes σημαίνει το εργόχειρο της Αράχνης, αλλά συνήθως σημαίνει απλώς 'ρούχα'. Η θεά Αθηνά ξεσκίζει τα ρούχα της κοπέλας, λες και είναι ένας βιαστής θεός σαν κι αυτούς που απεικόνισε η Αράχνη στο εργόχειρό της. Έτσι, η Αθηνά, παραδόξως, επιβεβαιώνει τις κατηγορίες της Αράχνης την ίδια στιγμή που προσπαθεί να τις εξαφανίσει. Η φράση caelestia crimina έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Crimen σημαίνει 'κατηγορία', 'έγλκημα' ή 'βιασμός', και αναφέρεται στο θέμα της Αράχνης. Αν το δούμε όμως από μια άλλη οπτική γωνία, μπορούμε εξίσου σωστά να διαβάσουμε τη φράση caelestia crimina ως ένα σχόλιο του αφηγητή οχι για το εργόχειρο της Αράχνης, αλλά για τα βίαια έργα της Αθηνάς. Η θεά είναι σα να προσθέτει τη βιαιοπραγία της στα caelestia crimina που κατήγγειλε η Αράχνη. Η κερκίδα (radius) με την οποία χτυπά και τρυπά την Αράχνη είναι ένα άλλο σύμβολο του βιασμού. Εδώ δεν χρειαζόμαστε τον Φρόυντ να μας πει ότι το αιχμηρό αυτό αντικείμενο συμβολίζει τον φαλλό, αρκεί το λεξιλόγιο των Λατινικών (κυρίως στις ιατρικές πραγματείες), σύμφωνα με το οποίο radius σημαίνει 'φαλλός'. Η Αράχνη ύφανε με την κερκίδα της του βιασμούς των θεών, ενώ η Αθηνά διαπράττει ένα βιασμό με τη δικιά της.

Το επεισόδιο του διαγωνισμού ανάμεσα στην Αράχνη και την Αθηνά περιλαμβάνει την περιγραφή των σκηνών που απεικονίζονται στα εργόχειρά τους. Η περιγραφή ενός έργου τέχνης μέσα σε ένα λογοτεχνικό έργο ονομάζεται έκφραση και έχει μακρά παράδοση. Ξεκινά με την έκφραση της ασπίδας του Αχιλλέα στην Ιλιάδα. Η ησιόδεια Ασπίς είναι μία έκφραση της ασπίδας του Ηρακλή. Στην ελληνιστική εποχή, η έκφραση αποτελεί ένα από τα πιο διακριτά στοιχεία της ποίησης και η σχέση του περιγραφόμενου αντικειμένου με τις αφηγηματικές δομές του ποιητικού έργου αποκτά πολυεπίπεδο βάθος. Στη σύγχρονη λογοτεχνία δε συναντάμε συχνά εκφράσεις. Ο Ουμπέρτο Έκο στο 'Όνομα του Ρόδου' ξεκινά με μία πολυσέλιδη περιγραφή των εικόνων στο ταβάνι ενός ναού πιο πολύ για να δοκιμάσει, όπως ο ίδιος ομολόγησε, τις αντοχές του αναγνώστη. Φαίνεται ότι ένα από τα πιο συναρπαστικά στοιχεία της αρχαίας λογοτεχνίας, η σχέση ποιητικής αφήγησης με την ποιητική περιγραφή ενός αντικειμένου, δεν εκτιμάται πολύ στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο Salman Rushdie πάντως, ο οποίος είναι γνώστης του Οβίδιου, στο μυθιστόρημά του Shame είναι στα καλύτερά του όταν μας δίνει μια φανταστική έκφραση των εργόχειρων της Rani, της γυναίκας του εκτελεσθέντα δικτάτορα Iskander Harappa, η οποία βρίσκεται υπό κατοίκον περιορισμό από τις αρχές. Η δύναμη της περιγραφής των χρωμάτων και των σκηνών στα εργόχειρα της Rani αποκαλύπτει ένα σκληρό κατηγορώ εναντίον της ανδρικής βίας, του πολιτικού τους αυταρχισμού και της ερωτικής τους ασυδοσίας. Φυλακισμένη και στερημένη ελεύθερης φωνής, η Rani κραυγάζει μέσα από τα εργόχειρά της και επιτίθεται ακόμη και στην κόρη της Arjumand, της οποίας η αγάπη προς τον πατέρα της μοιάζει σχεδόν αιμομικτική. Η συμπλοκή της έκφρασης των εργόχειρων της Rani με την αφήγηση των έργων των πολιτικών ανδρών είναι μοναδικά πολυεπίπεδη και συγκλονιστική. Δε θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, αλλά βάζω το χέρι μου στη φωτιά ότι ο Rushdie είχε διαβάσει καλά το επεισόδιο της Αράχνης στις Μεταμορφώσεις. Η νεαρή κοπέλα του Οβίδιου χρησιμοποιεί την τέχνη της εναντίον της βίαιης εξουσίας των αρσενικών θεών και αποκαλύπτει την υποκρισία της παρθένου θεάς που τους υποστηρίζει, όπως η Rani καταγγέλει τις πολιτικές και σεξουαλικές ατασθαλίες των ανδρών και την υποκριτική στάση της παρθένου κόρης του δικτάτορα.

Ας δούμε όμως πώς συνυφαίνεται η έκφραση του εργόχειρου της Αράχνης με την αφήγηση των Μεταμορφώσεων. Η Αράχνη αναπαριστά το βιασμό της Μέδουσας από τον Ποσειδώνα. Την ιστορία αυτή οι αναγνώστες των Μεταμορφώσεων την έχουν ήδη διαβάσει στο τέταρτο βιβλίο. Η Μέδουσα ήταν μια πανέμορφη κοπέλα με υπέροχα μαλλιά. Ο Ποσειδώνας την βίασε στο ναό της Αθηνάς και η θεά, σοκαρισμένη από το θέαμα, κάλυψε το πρόσωπό της με την ασπίδα της. Στη συνέχεια, τελείως αδικαιολόγητα, τιμώρησε το θύμα του βιασμού και μεταμόρφωσε τα όμορφα μαλλιά της Μέδουσας σε αποκρουστικά φίδια. Με την απεικόνιση αυτή η Αράχνη υποβάλλει τη θεά ξανά σε ένα θέαμα που την έκανε να καλύψει τα μάτια της. Απαντά επίσης στο εργόχειρο της Αθηνάς, η οποία απεικόνισε τη νίκη της εναντίον του Ποσειδώνα. Ο βιασμός της Περσεφόνης από το Δία είναι επίσης μέρος του καταλόγου. Εδώ το πράμα χοντραίνει, καθώς ο πατέρας των θεών αναπαρίσταται τη στιγμή που βιάζει την ίδια την κόρη του. Μπορούμε να φανταστούμε την αντίδραση της Αθηνάς, η οποία ήταν κι αυτή κόρη του Δία. Η πρώτη παράσταση είναι η αρπαγή της Ευρώπης από το Δία, ο οποίος μεταμορφώθηκε σε ταύρο για να την ξεγελάσει. Η Ευρώπη απεικονίζεται να φωνάζει μάταια για βοήθεια τις φίλες της. Εδώ το πράγμα αποκτά ενδιαφέρον, αν αναλογιστούμε ότι εκτός από την Αθηνά, οι νύμφες παρακολουθούν με θαυμασμό τις σκηνές. Οι νύμφες, οι οποίες υποφέρουν στις Μεταμορφώσεις επανειλημμένα από τις σεξουαλικές ορέξεις του Δία, βλέπουν μία ιστορία αρπαγής στην οποία ήταν οι ίδιες παρούσες ως συνοδοί της Ευρώπης. Η Ευρώπη του εργόχειρου είναι σα να φωνάζει στις νύμφες που βλέπουν το εργόχειρο. Τα όρια μεταξύ έκφρασης και πραγματικότητας είναι πλέον πολύ λεπτά. Η δε Αθηνά απομονώνεται ως η μόνη που βλέπει τις σκηνές και δεν συμπάσχει.

Θα τελειώσω με κάποια σύντομα σχόλια για τον πίνακα του Diego Velázquez "Las Hilanderas", με τον οποίο αρχίζει αυτή η ανάρτηση. Ο πίνακας απεικονίζει τον διαγωνισμό ανάμεσα στην Αράχνη και την Αθηνά και στηρίζεται στον Οβίδιο. Σε πρώτο πλάνο βλέπουμε τη θεά (αριστερά) και τη θνητή κοπέλα (δεξιά) να υφαίνουν, και τρεις κοπέλες να τις βοηθούν. Σε δεύτερο πλάνο βλέπουμε την Αθηνά αρματωμένη να ετοιμάζεται να χτυπήσει την Αράχνη. Από πίσω βλέπουμε μέρος του υφαντού της αράχνης, στο οποίο απεικονίζεται η αρπαγή της Ευρώπης. Ο Velázquez εδώ εισάγει στον πίνακά του την Aρπαγή της Ευρώπης του Τισιανού. Τρεις κοπέλες στέκονται γύρω από τη σκηνή και οι δύο κοιτούν τόσο τη βίαια πράξη της Αθηνάς όσο και την Αρπαγή της Ευρώπης, ενώ η μία κοιτάει τον θεατή του πίνακα. Καθώς μας λέει ο Οβίδιος, οι νύμφες δεν απολάμβαναν απλώς τα τελειωμένα έργα της Αράχνης, αλλά έβρισκαν εξίσου ενδιαφέρον και στο να βλέπουν τη δημιουργία τους. Στον πίνακα του Velázquez βλέπουμε ότι και η δημιουργία και το αποτέλεσμα είναι μέρος του έργου τέχνης. Όσο για την Ευρώπη του Τισιανού που επικαλείται έντρομη τις φίλες της, είναι σα να φωνάζει επίσης προς τις κοπέλες του Velázquez. Η δε βίαιη πράξη της Αθηνάς και ο βιασμός της Ευρώπης βρίσκονται πάρα πολύ κοντά.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

Η Ελληνικότητα της Μακεδονίας


Η εθνική ταυτότητα κάθε λαού εμπεριέχει σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο το στοιχείο της υποκειμενικότητας, αλλά και της μυθοπλασίας. Τι είναι αυτό που ορίζει ένα έθνος; Η γλώσσα; Ναι, αλλά όχι απαραίτητα. Η ελληνικότητα των Βλάχων, π.χ., οι οποίοι ομιλούν ένα νεολατινικό ιδίωμα, ουδέποτε αμφισβητήθηκε. Οι δε Σέρβοι και οι Κροάτες, αν και μιλάν την ίδια γλώσσα, δεν μπορούν να συνεννοηθούν πολύ καλά. Μήπως η θρησκεία; Όχι απαραίτητα. Η γεωγραφία; Όχι απαραίτητα. Η εθνική ταυτότητα μαγειρεύεται και σερβίρεται κατά το δοκούν και κατά τις ιστορικές περιστάσεις. Παρόλα αυτά δεν είναι παιχνίδι, αλλά υπόθεση άκρως σοβαρή, ακόμη κι αν αποδεχτούμε ότι είναι κατασκεύασμα. Το μήνα αυτό κυκλοφόρησε στα αγγλικά το βιβλίο της περίφημης (ή μάλλον διαβόητης) Carla Del Ponte με τίτλο Madame Prosecutor: Confrontation with Humanity's Worst Criminals. Η αδυσώπητη ερινύα του Μιλοσεβιτς και άλλων εγκληματιών πολέμου, πιστεύει ότι οι τραγικές σφαγές που ακολούθησαν τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας προκλήθηκαν από μια χούφτα καιροσκόπων που κατάφεραν να αναμοχλεύσουν εθνικά πάθη και στερεότυπα χιλιάδων ανθρώπων. Οι ηγέτες αυτοί, κατά την Del Ponte, χρησιμοποίησαν την κάλπικη λίρα του εθνικισμού για να εξαργυρώσουν για την πάρτη τους αμύθητα πλούτη από την αιματοχυσία που προκάλεσαν.

Το θέμα όμως αυτής της ανάρτησης δεν είναι ούτε η Del Ponte ούτε ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία. Θέλω απλώς να δώσω μία σύνοψη ενός ζητήματος που απασχόλησε την αρχαϊκή και κλασική εποχή της ελληνικής ιστορίας, και το ζήτημα αυτό είναι αν οι αρχαίοι Μακεδόνες ήταν Έλληνες ή όχι. Αυτό που πραγματικά κάνει το θέμα ενδιαφέρον είναι ότι ένα πρόβλημα που θα έπρεπε να αναπαύεται στους φιλντισένιους πύργους του ακαδημαϊκού σχολαστικισμού, επανήλθε δριμύτερο στη δεκαετία του ᾽90 και κατά κάποιον τρόπο ακόμα δεν έχει λυθεί. Πόσες φορές άραγε ένα πρόβλημα που απασχολεί τους ιστορικούς της κλασικής αρχαιότητας και τους γλωσσολόγους της συγκριτικής γραμματικής έχει τη δύναμη να ανάψει τα αίματα φιλήσυχων κατά τα άλλα και πράων πολιτών; Αντίθετα όμως με τις σύγχρονες προεκτάσεις του θέματος που το καθιστούν ενδιαφέρον, δηλώνω, ίσως προς απογοήτευση των αναγνωστών, ότι εδώ θα ασχοληθώ μόνο με τις αρχαίες συζητήσεις περί της ελληνικότητας των Μακεδόνων.

Ο locus classicus τούτης της συζήτησης είναι ένα χωρίο του Ηροδότου (οι παλιοί ίσως θυμούνται ότι μας το ανέφεραν στα σχολειά μας οι καθηγητάδες μας), το οποίο λέει ότι στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. ο Αλέξανδρος ο 1ος έπρεπε να πείσει τους Έλληνες ότι οι Μακεδόνες είναι κι αυτοί Έλληνες κι έτσι μπορούν να συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Κάποιοι, λέει ο Ηρόδοτος, δεν ήθελαν τους Μακεδόνες στους αγώνες, γιατί ήταν βάρβαροι. Ο Αλέξανδρος έπεισε τους Ελλανοδίκες λέγοντας ότι κατάγεται από τον Τέμενο, ένα βασιλιά του Άργους (Ηρόδοτος, 5.18-22: 8.137). Η γενεαλογία ήταν ο μόνος τρόπος για να ορίσεις την ελληνικότητά σου στην αρχαϊκή εποχή, και αυτό ακριβώς έκανε και ο Αλέξανδρος. Συγκεκριμένα, αν η σκούφια σου κρατά από τον Έλληνα, το γιο του Δευκαλίωνα, είσαι Έλληνας, αν όχι, δεν είσαι. Ο Ησίοδος πάντως, στον Κατάλογο Γυναικών, λέει ότι ο Μακεδών ήταν γιος του Δία και της Θυίας, της κόρης του Δευκαλίωνα (απ. 7 M-W). Αυτό αυτομάτως σημαίνει ότι κατά τον Κατάλογο Γυναικών, ένα έργο με μεγάλη επιρροή όσον αφορά την σύσταση εθνικής συνείδησης των Ελλήνων της αρχαϊκής εποχής, οι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, εφόσον δεν είναι απόγονοι του Έλληνα. Η καταγωγή από το Δία δεν σημαίνει τίποτα για την εθνική ταυτότητα, μιας και ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων έσπερνε τέκνα αδιακρίτως σε όλες τις φυλές.

Ο Ησίοδος όμως, αν και μεγάλη αυθεντία για τους αρχαίους, δεν είναι η μόνη πηγή. Αυτό είναι και το κόλπο με τις γενεαλογίες. Μπορείς να τις αλλάξεις, αλλά και να επιλέξεις ό,τι σε συμφέρει και να αγνοήσεις ό,τι δε σε συμφέρει. Σύμφωνα με τον Ελλάνικο (4 απ. 74), ο Μακεδών ήταν εγγονός του Έλληνα κι έτσι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες. Ο δε Αλέξανδρος στην ιστορία του Ηρόδοτου κατέφυγε σε ρητορικές ακροβασίες για να υποστηρίξει το επιχείρημά του και στηρίχθηκε στον Ύλλο, γιο του Αιγίμιου, ο οποίος ήταν εγγονός του Έλληνα. Ο Τέμενος-βασιλιάς του Άργους και προπάππους του Ύλλου- είναι πρόγονος του Αλέξανδρου και έτσι οι Μακεδόνες είναι Έλληνες. Το πρόβλημα είναι ότι ο Ύλλος ήταν υιοθετημένος γιος του Αιγίμιου, κι έτσι η ελληνικότητα των Μακεδόνων επικυρώνεται όχι εξ αίματος αλλά μέσω υιοθεσίας. Το κόλπο του Αλέξανδρου να ρίξει τον Ύλλο στο παιχνίδι ήταν έξυπνο πάντως, μιας και ο πραγματικός πατέρας του Ύλλου ήταν ο Ηρακλής, ο ιδρυτής των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο Αλέξανδρος είναι σα να λέει στους Ελλανοδίκες: "Αν σας ξινίσει η υιοθεσία, σεβαστείτε τουλάχιστον ότι προερχόμαστε από γιο του Ηρακλή." Όπως και στην περίπτωση του Δία, το ότι έχεις πατέρα τον Ηρακλή δε σημαίνει τίποτα για την ελληνικότητά σου.

Όλες αυτές οι γενεαλογικές αρλούμπες μπορεί να μας φαίνονται ανόητες, αλλά αυτά ήταν τα κριτήρια για τον ορισμό της εθνικής ταυτότητας στην αρχαϊκή εποχή. Και όταν μελετάμε μια συγκεκριμένη εποχή πρέπει να παίξουμε με τους όρους της, αλλιώς προβάλλουμε τις δικές μας αντιλήψεις εκεί όπου δεν έχουν καμία θέση. Ο Ηρόδοτος σε γενικές γραμμές, και για λόγους τους οποίους αγνοώ, υποστηρίζει την ελληνικότητα των Μακεδόνων, αν και γνωρίζει πολύ καλά ότι οι Μακεδόνες θεωρούνταν βάρβαροι από πολλούς άλλους συγγραφείς, σύγχρονούς του και προγενέστερους. Μας τα μπερδεύει λίγο όμως, όταν λέει ότι οι Θεσσαλοί ήταν οι πρώτοι Έλληνες που υποτάχθηκαν στο Μεγάλο Βασιλέα των Περσών (Ηρόδοτος 7.130.3). Σίγουρα ο Ηρόδοτος ήξερε πολύ καλά ότι ο Αμύντας, βασιλιάς της Μακεδονίας και πατέρας του Αλέξανδρου του 1ου, είχε παραδοθεί εθελοντικά στο Δαρείο δύο δεκαετίες πριν από τους Θεσσαλούς.

Καθώς προχωρά ο 5ος αιώνας, τα κριτήρια κάπως αλλάζουν. Στην αρχαϊκή εποχή Έλληνες ήταν μόνο αυτοί που είχαν συγγένεια αίματος ως απόγονοι του Έλληνα. Στην κλασική εποχή μπαίνουν και άλλες παράμετροι στο παιχνίδι, όπως η κοινή γλώσσα και η θρησκεία. Δεδομένης της σπουδαιότητας της γλώσσας στο ορισμό της εθνικής ταυτότητας στην κλασική εποχή, οι σύγχρονοι γλωσσολόγοι προσπαθούν να βγάλουν άκρη αν η αρχαία μακεδονική διάλεκτος ήταν ελληνική ή όχι. Το θέμα είναι τεράστιο και τα αποτελέσματα της έρευνας πολλά και διάφορα. Άλλος άλλα λέγει. Γλωσσολόγοι θεωρούν την αρχαία μακεδονική γλώσσα ως α) Ελληνική δυτική διάλεκτο β) Ελληνική αιολική διάλεκτο γ) Ελληνική διάλεκτο άσχετη με τις υπόλοιπες διαλέκτους δ) Ελληνική διάλεκτο με μη-ελληνικά στοιχεία ε) Ιλλυρική διάλεκτο με ελληνικές επιρροές. Η ακαδημαϊκή αυτή πολυφωνία (ή μάλλον διαφωνία) προκύπτει επειδή οι επιγραφές που έχουμε στη μακεδονική διάλεκτο πριν από τον 4ο αιώνα είναι πενιχρές έως ανύπαρκτες. Τα κείμενα του 4ου αιώνα δεν μετράνε, γιατί τότε οι Μακεδόνες είχαν υιοθετήσει την Κοινή (η οποία προέρχεται από την αττική διάλεκτο) ως επίσημη γλώσσα της γραφειοκρατείας τους, αλλά ίσως και της καθημερινής τους ζωής. Φαίνεται ότι έχουμε να κάνουμε με μια χαρακτηριστική περίπτωση διγλωσσίας. Οι Μακεδόνες χρησιμοποιούσαν και την Κοινή (για την οποία ξέρουμε τα πάντα) και τη δική τους μακεδονική γλώσσα (για την οποία δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα). Άρα άκρη δεν βγαίνει.

Τα κύρια ονόματα έχουν πολυπαιχτεί από τους υποστηρικτές της ελληνικότητας της αρχαίας Μακεδονίας. Ναι, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ονόματα Αλέξανδρος, Ηφαιστείων, Κλείτων κ.ά. είναι ελληνικότατα. Δεν ξέρω όμως τι γίνεται με ονόματα όπως Αρραβαίος, Βάλακρος, Κόρραγος και Δαβρέας. Όπως και να 'χει, το ότι τη θεία μου τη λένε Λάουρα δεν της αφαιρεί καθόλου την ελληνικότητά της, η δε αμερικάνα φίλη μου Zoe ξέρει μόνο μία ελληνική λέξη, το όνομά της. Τα τοπωνύμια είναι ακόμα πιο μπερδεμένα, γιατί οι επερχόμενοι πληθυσμοί διατηρούν τα παλιά ονόματα. Ακόμη και σήμερα ουδείς νομίζω γνωρίζει τι πάει να πει Όλυμπος ή Λάρισα, καθώς τα μέρη αυτά έχουν διατηρήσει ως τις μέρες μας τα προελληνικά τους ονόματα.

Δε θέλω να μπω σε πολλές γλωσσολογικές λεπτομέρειες, αλλά θα αναφέρω μία, αυτών που υποστηρίζουν τη μη-ελληνικότητα της μακεδονικής γλώσσας. Φαίνεται ότι η μακεδονική έχει βήτα εκεί που οι υπόλοιπες ελληνικές διάλεκτοι έχουν φι (π.χ. Βερενίκη αντί Φερενίκη, βίλος αντί φίλος), δέλτα αντί για θήτα (π.χ. δρεπτός αντί θρεπτός, Ξάνδικος αντί Ξάνθικος). Αυτό το φαινόμενο όχι μόνο δεν εμφανίζεται σε άλλες ελληνικές διαλέκτους, αλλά είναι χαρακτηριστικό ιλλυρικών και θρακικών γλωσσών. Το επιχείρημα αυτό νομίζω δεν αρκεί για να αποδείξει τη μη ελληνικότητα της μακεδονικής. Δηλαδή παίρνουμε ένα μεμονομένο φαινόμενο και αγνοούμε όλες τις άλλες φωνολογικές και μορφολογικές ομοιότητες της μακεδονικής με τις υπόλοιπες ελληνικές διαλέκτους.

Για να τελειώνουμε με τα γλωσσικά. Σίγουροι δεν μπορεί να είμαστε, αλλά μάλλον η αρχαία μακεδονική ήταν ελληνική διάλεκτος. Οι ιστορίες του Πλουτάρχου (Αλέξανδρος, 5.14) και άλλων ότι ο Μέγας Αλέξανδρος αναφώνησε σε κάποια φάση μακεδονιστί, δεν ξεκαθαρίζουν αν ο Αλέξανδρος μίλησε σε άλλη γλώσσα ή σε άλλη ελληνική διάλεκτο.

Το πράμα αποκτά μείζονα πολιτική σημασία τον 4ο αιώνα, όταν οι προθέσεις του Φιλίππου για εξάπλωση της κυριαρχίας του στην (υπόλοιπη) Ελλάδα άρχισαν να γίνονται σαφείς. Ο Δημοσθένης, γνωστός και μη εξαιρετέος, δεν μάσησε τα λόγια του. Ο Φίλιππος, σύμφωνα με τον λάβρο αττικό ρήτορα, δεν ήταν "ούτε Έλληνας, ούτε μακρινός συγγενής των Ελλήνων, ούτε βάρβαρος για τον οποίο να μπορείς να πεις κάτι καλό, αλλά ένας από αυτούς τους καταραμένους Μακεδόνες, που προέρχονται από μια περιοχή όπου παλιότερα δεν μπορούσες καν να αγοράσεις ένα σκλάβο της προκοπής" (οὐ μόνον οὐχ Ἕλληνος ὄντος οὐδὲ προσήκοντος οὐδὲν τοῖς Ἕλλησιν, ἀλλ' οὐδὲ βαρβάρου ἐντεῦθεν ὅθεν καλὸν εἰπεῖν, ἀλλ' ὀλέθρου Μακεδόνος, ὅθεν οὐδ'ἀνδράποδον σπουδαῖον οὐδὲν ἦν πρότερον πρίασθαι. 9.31).

Όταν όμως ο Δημοσθένης έπαψε να γαβγίζει και αυτοκτόνησε πίνοντας το κόνιο, το παιχνίδι είχε κριθεί. Ο Αλέξανδρος όχι μόνο διέδωσε την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της γης, αλλά άλλαξε ριζικά και τον ορισμό της ελληνικής ταυτότητας. Η ελληνική παιδεία πλέον, κατά τη διάσημη ρήση του Ισοκράτη, ορίζει τον Έλληνα. Αν δεχτούμε ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν ήταν Έλληνες, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι εξελληνίστηκαν στο τέλος της κλασικής εποχής και πήραν στους ώμους τους τον ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο διέσωσαν και διέδωσαν άλλοτε με περισσότερο και άλλοτε με λιγότερο πολιτισμένες μεθόδους.

Και κάπου εδώ νομίζω τελειώνει η ιστορία. Ξέρω, η περίληψή μου είναι χονδροειδής, αλλά το συμπέρασμα είναι το εξής. Οριστική λύση στο πρόβλημα της ελληνικότητας των αρχαίων Μακεδόνων δεν υπάρχει. Κάποιοι έλληνες συγγραφείς βάρβαρους τους ανεβάζουν, βάρβαρους τους κατεβάζουν, άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι ήταν Έλληνες. Όπως και να 'χει, είναι καιρός να αφήσουμε ένα ζήτημα της αρχαιότητας στα άδυτα του ακαδημαϊκού λαβύρινθου και μακριά από τις αρένες της σύγχρονης πολιτικής. Όλη αυτή η διαμάχη της αρχαϊκής και κλασικής εποχής δεν έχει καμία σχέση με τους σύγχρονους Έλληνες. Δουλειά των γλωσσολόγων είναι να συζητούν τα λαρυγγοχειλικά σύμφωνα των αρχαίων διαλέκτων και δουλειά της Del Ponte είναι να κυνηγά τους σύγχρονους εγκληματίες πολέμου.