Σάββατο 29 Μαρτίου 2008

Ποιος χρειάζεται τον Ησίοδο;

"We'll take it back, or we'll choke their rivers with our dead!" 
Bart Simpson στο "Lemon of Troy"

πλήθει γὰρ δή μοι νεκύων ἐρατεινὰ ῥέεθρα,
οὐδέ τί πῃ δύναμαι προχέειν ῥόον εἰς ἅλα δῖαν
στεινόμενος νεκύεσσι· 
Ιλιάδα, Υ 218-20

"Η όμορφη ροή μου έχει γεμίσει πτώματα
κι ούτε μπορώ να εκβάλω τα νερά μου στη θάλασσα τη θεϊκή
έτσι που οι νεκροί στοιβάχτηκαν στο ρεύμα μου." 

Η γοητεία που ασκούν τα ομηρικά έπη καλά κρατεί μες στους αιώνες. Και παρά τις γκρίνιες που ακούγονται δεξιά και αριστερά, το επίπεδο κατανόησης των ομηρικών έργων σε σύγχρονες προσλήψεις τους, όπως το "O Βrother, Where Art Thou?" των Κόεν ή το "Troy" του Πέτερσεν, όχι μόνο δεν είναι επιφανειακό, αλλά είναι πιο ουσιαστικό από τις ενίοτε μυωπικές προσεγγίσεις μερικών κλασικών φιλολόγων. Η άνεση με την οποία ο Bart Simpson παραπέμπει σε συγκεκριμένο επεισόδιο της Ιλιάδας, όπου ο ποταμός Ξάνθος παραπονιέται στον Αχιλλέα ότι έχει μπλοκάρει το ρεύμα του με τους πολυάριθμους νεκρούς που έχει στοιβάξει, θυμίζει (τηρουμένων των αναλογιών) την έμμεση αναφορά στο ίδιο επεισόδιο από τον Οβίδιο. Πριν από την μοιραία περιπέτειά του με την Ελένη, ο Πάρις ήταν παντρεμένος με τη νύμφη Οινώνη. Μέσα στον τρελό του έρωτα για τη νύμφη χάραξε σε μια λεύκα τον παρακάτω αιώνιο όρκο αγάπης:

cum Paris Oenone poterit spirare relicta,
  ad fontem Xanthi uersa recurret aqua.
Οβίδιος, Ηρωίδες 5.29-30

"Όταν ο Πάρις θα μπορεί να αναπνέει έχοντας εγκαταλείψει την Οινώνη,
    τότε του Ξάνθου τα νερά θα τρέξουν πίσω στην πηγή τους."

Ο Πάρις φυσικά δεν θα κρατήσει τον όρκο του και θα παρατήσει την Οινώνη για την Ελένη. Και τα νερά του Ξάνθου θα γυρίσουν πίσω, όταν ο Αχιλλέας θα μπλοκάρει το ρεύμα του με πτώματα. 

Η σαρωτική επιρροή των ομηρικών έργων και οι πολυάριθμες δημιουργικές προσλήψεις τους συχνά επισκιάζουν τον έτερο επικό ποιητή της αρχαϊκής περιόδου, τον Ησίοδο. Μπορεί ο περίφημος αγών ανάμεσα στον Όμηρο και τον Ησίοδο να ανέδειξε τον Ησίοδο ως νικητή, αλλά στην πραγματικότητα ο Ασκραίος ποιητής μάλλον έρχεται δεύτερος. Από την αρχαιότητα ως σήμερα εκτενή χωρία των έργων του θεωρούνται απλώς βαρετά. Μπορεί όμως η Θεογονία και τα Έργα και Ημέραι να μην περιλαμβάνουν εντυπωσιακές επικές σκηνές, όπως αυτή του Αχιλλέα που παλεύει με τον ποταμό Ξάνθο, ή εξωτικές περιπέτειες, όπως αυτές που αφηγείται ο Οδυσσέας στους Φαίακες, αλλά παρουσιάζουν την πρώτη συστηματική τοποθέτηση πανάρχαιων ερωτημάτων που ακόμα απασχολούν την ανθρωπότητα: ποια είναι η σχέση ανάμεσα στους ανθρώπους και τα παντοδύναμα όντα που ονομάζονται θεοί; Ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι φιλικός, εχθρικός ή αδιάφορος όσον αφορά την ανθρώπινη ζωή; Ποια πρέπει να είναι η σχέση των ανθρώπων με τον κόσμο στον οποίο βρίσκονται; Οι προσεγγίσεις του Ησιόδου τον αναδεικνύουν ως πρόδρομο της φιλοσοφικής σκέψης και οι απόψεις του επηρέασαν βαθύτατα την αρχαιότητα τόσο την ελληνική όσο και τη ρωμαϊκή. Είναι επίσης ένας ποιητής με ιδιαίτερα πλούσια ατζέντα. Το βεληνεκές του ποιητικού του οράματος εκτείνεται από το Χάος και τη δημιουργία του κόσμου ως τις συμβουλές του για το πώς να κόβουμε τα νύχια μας και πώς να κατουράμε σωστά. 

Ένα από τα κεντρικά μοτίβα, το οποίο επανέρχεται διαφοροποιημένο αλλά πάντα αναγνωρίσιμο στα έργα του Ησιόδου, αφορά τις αναπαραγωγικές δυνάμεις της φύσης. Στη Θεογονία, ο Ουρανός εξαναγκάζει την Γαία σε μια αδιάκοπη σεξουαλική ένωση, η οποία παράγει συνεχώς τέκνα τα οποία σωρεύονται στα σωθικά της Γαίας. Η Γαιά στενάζει αφόρητα και τελικά αποφασίζει να εκδικηθεί. Παράγει τον 'αδάμαντα' από τον οποίο φτιάχνει ένα δρεπάνι. Ο Κρόνος, γιος της Γαίας και του Ουρανού, αποφασίζει να ευνουχίσει τον πατέρα του με το δρεπάνι και να θέσει τέρμα στην ανεξέλεγκτη και φορτική αναπαραγωγή. Έχοντας επίγνωση ότι το παιδί μοιραία θα έρθει σε σύγκρουση και θα ανατρέψει τον πατέρα, ο Κρόνος καταπίνει τα παιδιά του. Η Ρέα, η γυναίκα του Κρόνου, τελικά τον ξεγελά όταν γεννιέται ο Δίας και του δίνει μια πέτρα φασκιωμένη να καταπιεί. Στη συνέχεια ο Κρόνος ξερνάει τα παιδιά που είχε καταπιεί και ανατρέπεται από τον Δία, ο οποίος είναι ο νέος κυρίαρχος του σύμπαντος. Το καθεστώς του Δία είναι σταθερό επειδή ο νέος κοσμικός άρχοντας ελέγχει τις αναπαραγωγικές δυνάμεις. Καταπίνει την πρώτη γυναίκα του, την Μήτι, η οποία είναι η προσωποποίηση της θηλυκής ευφυΐας και πονηριάς, και αποφεύγει να παντρευτεί την Θέτιδα, από την οποία είναι μοιραίο να γεννηθεί ένας γιος που θα τον ανατρέψει.

Η Θεογονία συνεχίζεται με τον Γυναικών Κατάλογο, το πιο διάσημο ησιόδειο έργο της αρχαιότητας, από το οποίο δυστυχώς σώζονται μόνο αποσπάσματα. Ο Γυναικών Κατάλογος περιλάμβανε πέντε βιβλία, στα οποία παρουσιαζόταν όλο το πάνθεο της ελληνικής μυθολογίας μέσα από το γενεαλογικό μοτίβο διάσημων ηρωίδων που είχαν σχέσεις με θεούς. Η αναπαραγωγή επομένως συνεχίζει να βρίσκεται στο επίκεντρο του ησιόδειου προγράμματος. Ο Δίας στρέφει τις ερωτικές επιθυμίες των θεών στους θνητούς για να μην απειληθεί το καθεστώς του από κάποιον παντοδύναμο απόγονο. Η πολιτική του είναι αποτελεσματική, αλλά μακροπρόθεσμα δημιουργεί προβλήματα. Ο αριθμος των ανθρώπων αυξάνεται ραγδαία και η Γαία στενάζει κάτω από το βάρος της ανθρωπότητας. Η Γαία αντιμετωπίζει περίπου το ίδιο πρόβλημα που είχε όταν ο Ουρανός την εξανάγκαζε να αναπαράγει ανεξέλεγκτα. Η πολιτική του Δία έχει οδηγήσει σε ένα δημογραφικό αδιέξοδο. Στο τέλος του Καταλόγου ο Δίας αποφασίζει να απαλλάξει τη Γαία από το βάρος της ανθρωπότητας. Η Γαία άλλωστε έχει αποδείξει ότι ξέρει να εκδικείται, όταν την κακομεταχειρίζονται. Έτσι ο Δίας χρησιμοποιεί την Ελένη και τον Αχιλλέα ως όργανά του. Προκαλεί τον Τρωικό πόλεμο, ο οποίος θα αποδεκατίσει τον πληθυσμό της ανθρωπότητας, δίνοντας λύση στο πρόβλημα του υπερπληθυσμού. Ο Τρωικός πόλεμος θα σημάνει το τέλος της εποχής των ηρώων και την αρχή της δικής μας εποχής, της εποχής του Σιδήρου. Οι σχέσεις των θεών με τους θνητούς διακόπτονται οριστικά.

Είναι αρκετά περίεργο ότι το μοτίβο του υπερπληθυσμού, το οποίο οδηγεί σε κοσμικές ανακατατάξεις, είναι τόσο κεντρικό σε έναν έλληνα ποιητή. Η αραιοκατοικημένη Ελλάδα και η ορεινή Άσκρα, πατρίδα του Ησιόδου, δεν είχαν να φοβηθούν την πιθανότητα μιας πυκνοκατοικημένης γης που θα στέναζε κάτω από το βάρος της ανθρωπότητας. Φαίνεται ότι το μοτίβο του υπερπληθυσμού ταιριάζει πιο πολύ στη μυθολογία των Μεσοποτάμιων και των Αιγυπτίων, όπου και εμφανίζεται. Ίσως ο Ησίοδος να επηρεάστηκε από αυτές τις μυθολογίες, ωστόσο η εισαγωγή μιας τέτοιας οικολογικής προβληματικής στο επίκεντρο της μυθολογίας και επομένως της κοινής συνείδησης των Ελλήνων είναι αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσα. 

Ο 20ος αιώνας αντίθετα δεν είχε τέτοια προβλήματα. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι ξαλάφρωσαν τη Γαία για τα καλά, και ο επακόλουθος ψυχρός πόλεμος έσπειρε την απειλή της ολικής εξαφάνισης του ανθρώπινου είδους από προσώπου γης. Η κοσμική αλλαγή που η ανθρωπότητα φοβόταν δεν είχε να κάνει με το πρόβλημα του υπερπληθυσμού, αλλά ακριβώς με το αντίθετο, με την προοπτική του αφανισμού αιώνων ανθρώπινης ιστορίας μέσα σε λίγες μέρες. Στην Ελλάδα το δημογραφικό πρόβλημα ήταν η συρρίκνωση του ελληνικού πληθυσμού, όχι η αύξησή του. Και αν το κύμα μετανάστευσης δεν επισκεπτόταν την Ελλάδα στη δεκαετία του '90, ακόμη θα ακούγαμε ότι η Ελλάδα μετατρέπεται σε μια χώρα γερόντων. Καθώς όμως διανύουμε την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, τα ησιόδειο πρόβλημα του υπερπληθυσμού και των οικολογικών συνεπειών του επανέρχεται δριμύτερο, όχι ως ιστορία ενός ποιητή της στέρφας και αραιοκατοικημένης Άσκρας, αλλά ως πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Το 1830 ο πληθυσμός της γης ήταν 1 δισεκατομμύριο, το 1930 2 δισεκατομμύρια, το 1960 3 δισεκατομμύρια, το 1975 4 δισεκατομμύρια, το 1987 5 δισεκατομμύρια και το 2005 6.5 δισεκατομμύρια. Αν οι άνθρωποι συνεχίσουν να αναπαράγονται με τους ίδιους ρυθμούς, το 2050 η γη θα στενάζει κάτω από το βάρος 9.2 δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Οι οικολογικές συνέπειες του υπερπληθυσμού, σε συνδυασμό βέβαια με την κακοποίηση του περιβάλλοντος, θα οδηγήσουν σε ένα τέλος εποχής ησιόδειων διαστάσεων. Οι αισιόδοξοι προβλέπουν το τέλος μικροπρεπών εθνικών συμφερόντων και την πεμπτουσία της παγκοσμιοποίησης. Τα προβλήματα πλέον είναι παγκόσμιας κλίμακας και απαιτούν παγκόσμια συνεργασία. Ίσως τελικά μεταβούμε από την εποχή του Σιδήρου σε μια νέα Χρυσή Εποχή. Οι απαισιόξοι προβλέπουν ότι η εξάντληση των έγγειων πόρων θα οξύνει το ήδη βαθύ χάσμα μεταξύ των εχόντων και των μη εχόντων. 

Οι οικολογικές διαστάσεις του προβλήματος έχουν ήδη προχωρήσει βαθιά. Κάποιοι προτείνουν ριζικές, και τουλάχιστον παράτολμες, λύσεις, όπως ο Paul Crutzen, με τις δάφνες του βραβείου Nobel ακόμα φρέσκιες στους κροτάφους του. Ο Crutzen προτείνει ως λύση το λεγόμενο Geoengineering, το οποίο μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: Messing with nature caused global warming, messing with it more might fix it. Η προσέγγιση αυτή βέβαια είναι αρκετά αμφιλεγόμενη και ο Crutzen παρουσιάζεται άλλοτε ως τρελός επιστήμονας και άλλοτε ως μεσσίας. Ανάμεσα στις προτάσεις του είναι: χρήση τροχιακών κατόπτρων που θα αντανακλούν τις ηλιακές ακτίνες πίσω στο διάστημα και εμπλουτισμός των ωκεανών με σίδηρο για να αυξηθεί η ικανότητά τους να απορροφούν άνθρακα. Όλα αυτά μοιάζουν με ιστορίες επιστημονικής φαντασίας. Δεν ξέρω τελικά αν ο Crutzen και οι συν αυτώ προσπαθούν να διατηρήσουν το καθεστώς του Δία ή να το ανατρέψουν τελείως.  

Αυτό που μου κάνει εντύπωση πάντως είναι η αδυναμία της ανθρωπότητας να περάσει στη συνείδησή της την ουσία του προβλήματος. Όσο ενεργά και αν είναι τα οικολογικά κινήματα, όση δύναμη κι αν έχουν οι εικόνες και οι επιστημονικές προβλέψεις, έχω την εντύπωση ότι το κοινό συνειδητό είναι οικολογικά κωφό και τυφλό. Στην Αρχαία Ελλάδα, και σε αντίθεση με άλλους πολιτισμούς, η θρησκεία δημιουργήθηκε από τους ποιητές, δηλαδή από τον Όμηρο και τον Ησίοδο. Αυτοί εξέφρασαν τους μύθους που αποτελούν τις κοινές ελπίδες και τους κοινούς φόβους των ανθρώπων, τα κοινά όνειρα και τους κοινούς εφιάλτες. Και η οικολογία αποτελούσε θεμελιώδες στοιχείο του ησιόδειου ποιητικού προγράμματος. Στις μέρες μας, οι θρησκείες νομίζω ότι απέτυχαν να δώσουν οικολογικές διαστάσεις στα μηνύματά τους ή στην καλύτερη περίπτωση τα έθεσαν ως ξεχωριστή ατζέντα. Οι οικολογικές ευαισθησίες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, π.χ., μου φαίνονται ως κάτι τελείως διαφορετικό από τον θρησκευτικό του λόγο. Και εφόσον η οικολογία δεν αποτελεί οργανικό μέρος των περισσότερων θρησκειών, αρχίζει πλέον να εμφανίζεται ως θρησκεία από μόνη της, με αφοσιωμένους και ενίοτε φανατικούς πιστούς. Η επιστήμη και τα μέσα ενημέρωσης μερικές φορές αναλαμβάνουν να ευαισθητοποιήσουν τον κόσμο για τις διαστάσεις του προβλήματος. Η επιρροή τους στη λογική είναι αναμφισβήτητη και απαραίτητη, αλλά μου φαίνεται ότι αποτυγχάνουν να φτάσουν βαθύτερα από τη λογική και έτσι αποτυγχάνουν να παίξουν το ρόλο που έπαιζε ο μύθος στην Αρχαία Ελλάδα. Εκτός αυτού, η συνεχής προβολή στατιστικών και εικόνων οικολογικών καταστροφών συχνά αντί να έχει ως αποτέλεσμα την ευαισθητοποίηση, προκαλεί την αναισθητοποίηση των πολιτών, οι οποίοι έχουν συνηθίσει πια να βλέπουν όλες αυτές τις καταστροφές χωρίς να εντυπωσιάζονται. Ίσως τελικά να μην πληρώνουμε το τίμημα του υπερπληθυσμού, αλλά την αποξένωσή μας από τον κόσμο στον οποίο βρισκόμαστε.


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Diavazontas to keimeno Jean Zioga, mia skepsi epanerxotan diarkws sto mualo mou: elpizw th mera ths megalhs katastrofhs, ekeinh pou tha xelafrwsei th Gaia apo mas tous fataoules anthropous, na eisai kapou asfalhs, giati auto to mualo pou kouvalas, prepei na zhsei oso to dunaton perissotera xronia...gia to kalo tis anthropotitas.
[zenia]