Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010

Το τέλος μιας σχέσης



Κακόμοιρε Κάτουλλε, σταμάτα τις ανοησίες,
κι αυτό που βλέπεις ότι χάθηκε χαμένο θεώρησέ το.
Άστραφτε κάποτε για σε λαμπρό το φως του ήλιου
όταν συχνά επήγαινες όπου η κοπέλα σε οδηγούσε,
αυτή που αγάπησες όσο δεν θα αγαπηθεί καμία άλλη.
Εκεί πολλά παιχνίδια ηδονικά χαιρόσασταν,
που εσύ ήθελες και η κοπέλα δεν τα αρνιόταν,
αλήθεια άστραφτε για σε λαμπρό το φως του ήλιου.
Τώρα εκείνη άλλο πια δεν θέλει, κι εσύ ανήμπορος αρνήσου,
κι ούτε να κηνυγάς ό,τι φεύγει ούτε κακόμοιρος να ζεις,
αλλά υπόμεινε με σταθερή φρόνιση, και βάστα γερά.
Γεια σου, κοπέλα. Τώρα ο Κάτουλλος βαστά γερά,
δεν θα σε ζητά κι ούτε άθελά σου θα σε παρακαλά.
Αλλά εσύ θα υποφέρεις, όταν κανείς δεν θα σε ψάχνει.
Κακούργα, αλίμονό σου, τι ζωή σου απομένει;
Ποιος θα σε βλέπει τώρα; Σε ποιον θα φαίνεσαι ωραία;
Ποιον τώρα θα αγαπάς; Ποιανού θα λες ότι είσαι;
Ποιον θα φιλάς; Ποιανού χειλάκια θα δαγκώνεις;
Όμως εσύ, Κάτουλλε, αποφασισμένος βάστα γερά.

Κάτουλλος 8

Miser Catulle, desinas ineptire,
et quod vides perisse perditum ducas.
fulsere quondam candidi tibi soles,
cum ventitabas quo puella ducebat,
amata nobis quantum amabitur nulla.
ibi illa multa tum iocosa fiebant,
quae tu volebas nec puella nolebat.
fulsere vere candidi tibi soles.
nunc iam illa non vult: tu quoque, impotens, noli,
nec quae fugit sectare, nec miser vive,
sed obstinata mente perfer, obdura.
vale, puella, iam Catullus obdurat,
nec te requiret nec rogabit invitam.
at tu dolebis, cum rogaberis nulla.
scelesta, vae te! quae tibi manet vita?
quis nunc te adibit? cui videberis bella?
quem nunc amabis? cuius esse diceris?
quem basiabis? cui labella mordebis?
at tu, Catulle, destinatus obdura!

Με αυτόν τον τρόπο ο λυρικός ποιητής Κάτουλλος βάζει οριστικό τέλος στη σχέση του με μια κοπέλα που, τουλάχιστον σ᾽αυτό το ποίημα, δεν ονομάζει. Κατά πόσο όμως το τέλος αυτό είναι οριστικό; Όσοι είχαν χρόνο να ξεφυλλίσουν το βιβλιαράκι του Κάτουλλου ξέρουν ότι η αντρίκια αποφασιστικότητα του ποιήματος υπονομεύεται από τις επώδυνες διακυμάνσεις της σχέσης του ποιητή με μια femme fatale, η οποία εμφανίζεται στη συλλογή με το ποιητικό ψευδώνυμο Λεσβία. Όμως αρκεί και μόνο η ανάγνωση του συγκεκριμένου ποιήματος για να καταλάβουμε ότι η στεντόρεια αποφασιστικότητα δεν είναι παρά η επιφάνεια μιας βαθιάς ανικανότητας του ποιητή να θέσει τέρμα στα ερωτικά του παθήματα.

Το αν το ποίημα αυτό έχει οποιαδήποτε σχέση με την πραγματική ζωή του Κάτουλλου απασχόλησε παλιότερες γενιές φιλολόγων. Η σύγχυση που προκάλεσε η βιογραφική πλάνη στη λογοτεχνική ερμηνεία ανήκει πλέον στο παρελθόν κι έτσι μπορούμε να διαβάσουμε τον Κάτουλλο απαλλαγμένοι από το βιογραφικό μελό που κληρονομήσαμε από το ρομαντισμό. Το ποίημα αυτό, ας μην ξεχνάμε, δεν το έγραψε ο John Keats, αλλά ένας ποιητής που είχε σημαία του τη φιλοκέρτομο ποιητική των Αλεξανδρινών.

Παρόλη την ομολογουμένως συγκλονιστική αμεσότητα ενός ποιήματος που κατορθὠνει να συνδυάσει το πάθος ενός αβίαστου λυρισμού με ένα πεζό λεξιλόγιο καθημερινότητας, πίσω από τα στιχάκια του Κάτουλλου κρύβεται μια πληθώρα λογοτεχνικών μοτίβων. Τα αναγνωστικό κοινό του Κάτουλλου δεν θα δυσκολευόταν να αναγνωρίσει ότι ο ποιητής παρουσιάζει τον εαυτό του ως τον στερεοτυπικό νεαρό εραστή της Νέας Κωμωδίας του Μενάνδρου, του Πλαύτου και του Τερέντιου. Στην αρχή του Ευνούχου του Τερέντιου, για παράδειγμα, ένας απεγνωσμένος νεαρός επιδίδεται σε θλιβερές παλινωδίες για το αν θα πρέπει να εγκαταλείψει την άπιστη εταίρα, στα ερωτικά δίχτυα της οποίας έχει πέσει. Το είδος αυτό του μονόλογου είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα της καντάντιας του σχιζοφρενούς εραστή. Ο νεαρός απευθύνεται στον εαυτό του και προσπαθεί να πείσει με τη λογική τα συναισθήματά του. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας μάχης βέβαια είναι συνήθως υπέρ του θυμικού. Η αποφασιστικότητα του νεαρού λιώνει, ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός, με ένα λάγνο βλέμμα της εταίρας.

Σε σχέση όμως με τα παραληρήματα των νεαρών της Νέας Κωμωδίας, η φωνή του Κάτουλλου στο παραπάνω ποίημα δεν παραπαίει και δεν παλινωδεί. Τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως. Το μόνο που ακούμε είναι ένα βροντερό "Τέρμα". Κι όμως το τέρμα αυτό υπονομεύεται από τη δομή του ποιήματος, η οποία είναι τόσο καλοδουλεμένη που κάνει τους μονολόγους της Νέας Κωμωδίας να φαίνονται ολίγον άξεστοι. Το ποίημα καλύπτει όλο το χρονικό φάσμα. Αρχίζει με το παρελθόν ("..χάθηκε...Άστραφτε...Άστραφτε), στρέφεται στο παρόν ("τώρα..") και επεκτείνεται στο μέλλον ("δεν θα σε ζητά...."). Η πλαισίωση της παρούσας δέσμευσης του Κάτουλλου με το ευτυχισμένο παρελθόν του και την αδυναμία αυτής της ευτυχίας να επαναληφθεί στο μέλλον ήδη τονίζει τη δυσκολία να κρατηθούν οι υποσχέσεις εγκαρτέρησης που ο ποιητής δίνει στον εαυτό του.

Η μετάβαση από το παρελθόν στο παρόν είναι καλά μελετημένη, ώστε να δώσει την εντύπωση της απότομης αλλαγής στη σκληρή πραγματικότητα. Ύστερα από τη λαμπρή και γλαφυρή ευτυχία του παρελθόντος ένα απότομο και ανεξήγητο "Τώρα αυτή πια δεν θέλει". Οι στίχοι 2 και 9 είναι σχεδόν ίδιοι, και η λεγόμενη ring composition είναι μία από τις πιο γνωστές μεθόδους τέλους ενός έργου ή μιας ενότητας. Η δε coda "Τώρα αυτή δεν θέλει" εντείνει την οριστικότητα του τέλους. Το τέλος όμως αυτό το έβαλε η κοπέλα, όχι ο ποιητής.

Πώς όμως αντιπαρατίθεται η αμετάκλητη άρνηση της κοπέλας με τη σκληρή στάση του ποιητή; Το τελεσίδικο μήνυμα του Κάτουλλου θα ήταν πολύ πιο πειστικό αν το ποίημα τελείωνε στο στίχο 12 "Γεια σου, κοπέλα. Τώρα ο Κάτουλλος βαστά γερά". Τέρμα. Ο αποχαιρετισμός και η ρητή διατύπωση της απόφασης είναι ο καλύτερος τρόπος να τελειώσει το ποίημα. Αν βέβαια το ποίημα ήθελε να δηλώσει την αμετάκλητη αποφασιστικότητα του ποιητή. Το ποίημα όμως φαίνεται να υπονοεί ακριβώς το αντίθετο, ότι ο Κάτουλλος αδυνατεί να εμμείνει στις σκληρές δηλώσεις του. Στις απεγνωσμένες ερωτήσεις του που ξεκινούν από το "Ποιος θα σε βλέπει τώρα;" και κλιμακώνονται με το "Ποιανού τα χειλάκια θα φιλάς;" η απάντηση είναι μία και αναπόφευκτη: "Κάποιου άλλου". Το ότι όλη αυτή η αγωνία για το μέλλον υπονομεύει τις παρούσες δεσμεύσεις του ποιητή είναι φως φανάρι.

Εν ολίγοις, ο Κάτουλλος δεν μπορεί να τελειώσει το ποίημά του κι αυτό μας λέει ότι είναι πολύ αμφίβολο ότι μπορεί να τελειώσει τη σχέση του. Αυτή η ανάγνωση μας λέει πολύ λίγα για τη ζωή του ποιητή και πάρα πολλά για την ποιητική του τέχνη. Η κατακλείδα στο στίχο 12 δεν κλείνει το ποίημα, καθώς αμέσως μετά ο ποιητής υποπίπτει σε μια αλυσίδα ανώφελων και ψυχοφθόρων ερωτήσεων. Όταν ακούμε για τρίτη φορά το "Βάστα γερά" ήδη έχουμε χάσει την πίστη μας στην αποφασιστικότητα του ερωτευμένου ποιητή. "Όποιος συχνά λέει σε πολλούς 'δεν αγαπώ', αγαπά" θα γράψει αργότερα ο Οβίδιος. "Όποιος λέει πολλές φορές τέρμα, δεν μπορεί να σταματήσει" λέω εγώ.

3 σχόλια:

Rowlf είπε...

Το τέλος ενός κύκλου, το τέλος μιας σχέσης… τι γίνεται;

σαν το Κάτουλλο κι εσύ ε;

saetiger είπε...

Χαχαχα,ναι, ουκ έσται τέλος.

オテモヤン είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.